Ήταν μια εποχή που είχα καταφέρει να χωρέσω όλα μου τα νεανικά όνειρα και όλο μου το βιος μέσα σε ένα τοσοδούλι αυτοκινούμενο καβούκι. Κι αυτό ήταν αρκετό.
Από την Έφη Αλεβίζου
«Σε παρακαλώ να κοιτάς στο σταυροδρόμι, να σταματάς, να μην περνάς έτσι αέρα» μου έλεγε κάθε, μα κάθε μέρα, ο πατέρας μου όταν γύριζα σπίτι, αργά το βράδυ, έχοντας φύγει πρωινιάτικα με το Cinquecento, το Sporting, αυτό με τις κόκκινες λεπτομέρειες και τις κόκκινες ζώνες ασφαλείας, σαν τον Ταζ, τον διάβολο της Τανζανίας, αλλόφρων και βιαστική, στοχοπροσηλωμένη και σε όλα τα σημεία του ορίζοντα ταυτόχρονα. Ο Ιππότης με τη Σιδερένια Πανοπλία, ο ήρωας του βιβλίου του Ρόμπερτ Φίσερ, δεν ήταν τίποτα μπροστά μου. «Και για τη μάχη κινούσε κάθε τρεις και λίγο ο ιππότης: με το που έσκαγε η λέξη σταυροφορία, μια και δυο φορούσε την αστραφτερή του πανοπλία, καβαλίκευε τ’ άλογό του κι έφευγε καλπάζοντας προς οποιαδήποτε κατεύθυνση» αναφέρει αρκετές φορές η αφήγηση.
Κάπου, τότε, σε αυτή την ηλικιακή φάση το είχα διαβάσει για πρώτη φορά και είχα νιώσει την ταύτιση με τον ιππότη, ενώ η πανταχού παρούσα αγίνωτη φρεσκάδα της ηλικίας στόλιζε την εικόνα. «Σπίτι μου είναι ο δρόμος και σύντροφός μου η περιέργεια» συνήθιζε να λέει ένας φίλος γελώντας κάθε φορά που έμπαινε στο μικροσκοπικό -αλλά εξόχως άνετο- τρίθυρο ιταλικό. Η αλήθεια είναι ότι μόνο το βαλιτσάκι του Sport Billy, του ήρωα από άλλο πλανήτη, μπορούσε να συγκριθεί με το πλήθος των αντικειμένων που υπήρχαν αραδιασμένα στο σαλόνι, το πορτμπαγκάζ, τους καθρέφτες και τον λεβιέ του αυτοκινήτου. Από χειρόγραφες σημειώσεις μέχρι ψηλοτάκουνα και από μάλλινα πουλόβερ μέχρι βιβλία, κραγιόν και οδηγούς πόλης μιας και το GPS αρχές των 90s φάνταζε κάτι σαν την κατάκτηση του διαστήματος αρχές των 60s. «Σε περίπτωση που...», αυτό ήταν πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μου, «σε περίπτωση που θελήσω να βγω για ποτό μετά τη δουλειά», «σε περίπτωση που χρειαστεί να μη γυρίσω καν στο σπίτι την άλλη μέρα», «σε περίπτωση που πιάσει κρύο, ζέστη, βροχή, χιόνι, χαλάζι» και πάει λέγοντας.
Η πρωτόγνωρη ελευθερία της ανακάλυψης των βουλεβάρτων, των παράδρομων και των στενών της πόλης συνέπεσε με την ανακάλυψη της ίδιας της ζωής (μου). Στα είκοσι κάτι όλα μοιάζουν και είναι πρωτοφανή, όλα είναι πιθανά και ταυτόχρονα απίθανα -με την μονοδιάστατη έννοια του εκθαμβωτικού-, όλα παίζουν. Το τοσοδούλι ιταλικό είχε χαρακτήρα, ήταν ανθεκτικό και πάντα εκεί, από τα γκρέμια της Σαντορίνης και τους χωματόδρομους της Μυκόνου, στις off road διαδρομές της Πελοποννήσου και στις μονοήμερες στην Εύβοια κι από εκεί στα αφώτιστα πεζοδρόμια έξω από το Plus Soda και τα σοκάκια του Ψυρρή, που μόλις είχε αρχίσει να γίνεται το εναλλακτικό κέντρο διασκέδασης της πόλης. Ποιος δε θυμάται το Bee με τα πλαστικά, λουλουδάτα τραπεζομάντηλα όπου διασκέδαζαν οι πάντες;
Δύο φορές είχαν σπάσει το τζάμι στο φιατάκι και είχαν πάρει τα πάντα από μέσα. Μία μέρα μεσημέρι στην dodgy τότε γειτονιά του Γκαζιού, όπου είχαν κάνει φτερά η τσάντα με τα ρούχα της γυμναστικής και κάτι τσάντες με δώρα και ένα βράδυ, χαμηλά στην Ερμού, προς την πλατεία Ασωμάτων, όταν η λεία για τα κλεφτρόνια ήταν πέντε δερμάτινα μπουφάν, τα οποία είχαμε βγάλει, αφήσει στο αυτοκίνητο και διασκεδάζαμε στο παρακείμενο Loft. Η πεντάδα που γέμισε μεταμεσονύχτια το παραβιασμένο ιταλικό γύρισε με το φανελάκι.
Τίποτα δε μπορούσε να φρενάρει τη φόρα της εποχής. Ούτε το σπασμένο τζάμι, ούτε τα σπασμένα λάστιχα που έμπαιναν εμπόδιο συχνά-πυκνά μιας και λανθασμένα πλην φιλόδοξα είχα αποφασίσει να τοποθετήσω αγωνιστικά λάστιχα στο Cinquecento αγνοώντας επιδεικτικά τις λακκούβες με αποτέλεσμα να περνάω ουκ ολίγες ώρες στα pit stop.
Αυτό, όμως, που με είχε πραγματικά πικράνει από τις δύο κλοπές του λατρεμένου μου αυτοκινήτου ήταν οι δύο 60άρες κασέτες, τις οποίες άκουγα σε μανιασμένη επανάληψη. Μία με κομμάτια του Aphex Twin και μία άλλη με Balearic Beats που μου είχε γράψει ένας φίλος. Ωστόσο, ευθυγραμμίζοντας τη λογική, αντιλαμβάνομαι ότι αυτή είναι η πορεία των πραγμάτων. Κάποια θα τα χαρούμε με όλη μας την καρδιά, κάποια θα μας τα αρπάξουν βίαια και κάποια άλλα θα τα κουβαλάμε για πάντα μαζί μας, έστω και ως ανάμνηση.